λιβελογράφημα

λιβελογράφημα
το, -ατος
δυσφημιστικό δημοσίευμα: Αυτό το λιβελογράφημα προκάλεσε την οργή του πρωθυπουργού.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • λίβελος — ο (λ. λατ.), υβριστικό δημοσίευμα, λιβελογράφημα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”